ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ - Δικηγορικό Γραφείο Βικτώριας Πλατή

ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Εκούσια δικαιοδοσία είναι η εξουσία που αναγνωρίζεται από το δίκαιο στα τακτικά πολιτικά δικαστήρια να παρέχουν ένδικη προστασία, χωρίς την ύπαρξη διαφοράς, με την ενέργεια πράξεων διαπλαστικής αλλά και βεβαιωτικής μορφής με σκοπό την καταχώριση ή την προστασία ιδιωτικού συμφέροντος.

Συνεπώς, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία στις υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας απουσιάζει το στοιχείο της αμφισβήτησης ως προς την ύπαρξη δικαιώματος ή έννομης σχέσης. Δεν μπορεί, συνεπώς, να αποτελέσει αντικείμενο της διαδικασίας αυτής η αυθεντική (με δύναμη δεδικασμένου) διάγνωση περί της ύπαρξης ιδιωτικών δικαιωμάτων του αιτούντα.

Με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας αναγνωρίζεται, δυνάμει ειδικών διατάξεων, στα πολιτικά δικαστήρια η εξουσία να παρέχουν, χωρίς την ύπαρξη προϋφιστάμενης διαφοράς, ένδικη προστασία, με πράξεις διαπλαστικής ή διαπιστωτικής μορφής, που αποσκοπούν στην κατοχύρωση ή την προστασία ιδιωτικού συμφέροντος.

Στις υποθέσεις, επομένως, της εκούσιας δικαιοδοσίας περιέχεται αίτημα λήψης ρυθμιστικών μέτρων για την προστασία ιδιωτικών συμφερόντων, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα ελέγχου της νομιμότητας των μέτρων αυτών από άλλο δικαστήριο, ενώ οι αποφάσεις που εκδίδονται δεν έχουν διαγνωστικό χαρακτήρα, αλλά διατάσσουν ένα μέτρο για την αποτελεσματικότερη ρύθμιση των υφιστάμενων σχέσεων.

Αντικείμενο της δίκης της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι η δημοσίου δικαίου αξίωση του αιτούντα, κατά τα άρθρα 20 παρ.1 Συντ. και 6 παρ.1 ΕΣΔΑ, για δικαστική προστασία με τη μορφή αίτησης, με την οποία ζητείται από την Πολιτεία να προβεί στην αιτούμενη διάπλαση ή διαπίστωση με τη διαταγή συγκεκριμένων ρυθμιστικών μέτρων.

 
Το δικηγορικό γραφείο Βικτώρια Πλατή & Συνεργάτες, αναλαμβάνει υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας όπως είναι η θέση ατόμου σε δικαστική συμπαράσταση, η διόρθωση ληξιαρχικών πράξεων, η κήρυξη εκτελεστής αλλοδαπής αποφάσεως και η αποποίηση κληρονομιάς από ανήλικο τέκνο, αναγνώριση δεδικασμένου αλλοδαπής απόφασης κλ.

ΕΝΗΜΕΡΩΘΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ως δικαστική συμπαράσταση νοείται η κατάσταση στην οποία τίθεται με δικαστική απόφαση ένα πρόσωπο λόγω πνευματικών, σωματικών ή χαρακτηρολογικών ανωμαλιών και κατά τη διάρκεια της οποίας το πρόσωπο αυτό είναι ανίκανο για ορισμένες ή όλες τις δικαιοπραξίες, είτε για να επιχειρήσει έγκυρα κάποιες από αυτές ή το σύνολό τους χρειάζεται τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη.

Η προστασία της προσωπικότητας και αξιοπρέπειας του πάσχοντα, σύμφωνα με τις Συνταγματικές επιταγές, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του δικαίου της δικαστικής συμπαράστασης, τόσο σε ουσιαστικό, όσο και σε δικονομικό πεδίο. Η παρεχόμενη προστασία και η διαδικασία παροχής της έχουν διαμορφωθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε εξαιτίας της πάθησής του να μην θίγεται η προσωπικότητα του, αλλά ούτε και να υφίσταται κάποια μείωση ή φαλκίδευση του. Χάριν αυτής της προστασίας απαριθμούνται στο δίκαιο της δικαστικής συμπαράστασης επακριβώς και αποκλειστικά οι ειδικοί λόγοι, που, εφόσον ελεγχθεί δικαστικά η θετική συνδρομή τους στο πρόσωπο του πάσχοντα, οδηγούν στην μετάπτωσή του σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης, μέσα από την τήρηση μιας δικαστικής διαδικασίας.


Σε
 δικαστική συμπαράσταση υποβάλλονται:
  • Ο ενήλικος όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του.
  • Ο ενήλικος όταν λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει στον κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό του, τους κατιόντες ή τους ανιόντες του
  • Ο ανήλικος που βρίσκεται υπό γονική μέριμνα ή επιτροπεία, αν συντρέχουν οι όροι της κατά το τελευταίο έτος της ανηλικότητας, οπότε τα αποτελέσματα της δικαστικής συμπαράστασης αρχίζουν αφότου αυτός ενηλικιώθηκε.
  • Όποιος εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας του τουλάχιστον δύο ετών.


Ποιος
 κινεί τη διαδικασία της δικαστικής συμπαράστασης

 Η δικαστική συμπαράσταση σύμφωνα με το άρθρο 1667 του Αστικού Κώδικα αποφασίζεται από το δικαστήριο και η σχετική αίτηση μπορεί να υποβληθεί από:

α) τον ίδιο τον πάσχοντα,
β) το σύζυγό του, εφόσον υπάρχει έγγαμη συμβίωση,
γ) τους γονείς του,
δ) τα τέκνα του,
ε) τον Εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο.

Μάλιστα, σύμφωνα με την παρ. 2 του ως άνω άρθρου, ορίζεται ότι εάν το πρόσωπο πάσχει αποκλειστικά από σωματική αναπηρία, το δικαστήριο αποφασίζει μόνο μετά από αίτηση του ίδιου.


Τα
 αποτελέσματα της υποβολής ενός ατόμου σε δικαστική συμπαράσταση

 Αναφορικά με τα αποτελέσματα της δικαστικής συμπαράστασης, το δικαστήριο που υποβάλλει ένα πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση:
  • τον κηρύσσει ανίκανο για όλες (πλήρης) ή για ορισμένες δικαιοπραξίες (μερική), γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί για αυτές αυτοπροσώπως (στερητική δικαστική συμπαράσταση), είτε
  • ορίζει ότι για την ισχύ όλων (πλήρης) ή ορισμένων δικαιοπραξιών (μερική) απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη (επικουρική δικαστική συμπαράσταση), είτε
  • αποφασίζει συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων.
Οι ληξιαρχικές πράξεις αποδεικνύουν αποκλειστικά τα γεγονότα που συνθέτουν την αστική κατάσταση κάθε φυσικού προσώπου, κυρίως τη γέννηση, και τον θάνατο, αλλά και άλλα γεγονότα, όπως την ονοματοδοσία και την τέλεση του γάμου. Στο άρθρο 782 ΚΠολΔ ρυθμίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις για την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης που προβλέπεται από το νόμο για τη βεβαίωση γεγονότος με σκοπό να συνταχθεί ληξιαρχική πράξη ή να διορθωθεί ληξιαρχική πράξη.

Ως «γεγονός» το οποίο μπορεί αν βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση, προκειμένου να συνταχθεί ή να διορθωθεί ληξιαρχική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 782 ΚΠολΔ, νοούνται τόσο οι φυσικές μεταβολές (γέννηση, θάνατος) του φυσικού προσώπου, όσο και η κατάρτιση δικαιοπραξιών (γάμος, ονοματοδοσία).
Σύμφωνα με τα παραπάνω έχει κριθεί ότι στην εκούσια δικαιοδοσία εμπίπτουν, εκτός από τις ήδη αναφερθείσες και οι ακόλουθες περιπτώσεις:

  • η μεταβολή επωνύμου κατόπιν αποφάσεως του νομάρχη (ΜΠρΘες 13/1972)
  • η αίτηση διόρθωσης πράξης υιοθεσίας στην οποία παραλείφθηκε το πατρώνυμο (ΜΠρΧαλκ 966/1973)
  • η αίτηση διόρθωσης της ημερομηνίας γέννησης του παιδιού για την εξυπηρέτηση σχολικών αναγκών (ΜΠρΘες 140/1979)
  • η βεβαίωση του ορθού κυρίου ονόματος φυσικού προσώπου για τη διόρθωση της σχετικής ληξιαρχικής πράξης, στην οποία αυτή αναγράφεται ανακριβώς (ΜΠρΠειρ 86/2005)
  • η αίτηση διόρθωσης του κυρίου ονόματος προσώπου για τη διόρθωση της οικείας ληξιαρχικής πράξης γεννήσεως, επειδή το δόθεν σε αυτόν κύριο όνομα δεν είναι εύηχο ή δημιουργεί σύγχυση στις συναλλαγές, ομοιάζει προς επώνυμο και προκαλεί σύγχυση ή παρακωλύει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου (ΑΠ 570/1981)
  • η διόρθωση ληξιαρχικής πράξης γέννησης ως προς το ορθό φύλο, το κύριο όνομα και το επίθετο της αιτούσας, ώστε κατόπιν χειρουργικής επέμβασης, να συνάδει ο φαινότυπός της με τα επίσημα στοιχεία της (ΜΠρΗρακλ 255/2013).
Δεν είναι λίγες οι φορές που ανήλικοι καθίστανται κληρονόμοι χωρίς να το γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι αλλά και ούτε οι γονείς τους θεωρώντας λανθασμένα ότι η προθεσμία αποποίησης ξεκινά από την ενηλικίωση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι ενήλικοι να βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να κληρονομούν υπέρογκα χρέη λόγω μη εμπρόθεσμης ή καθόλου αποποίησης της κληρονομιάς για λογαριασμό τους από τους γονείς τους.

Συνεπώς, η διαδικασία αποποίησης κληρονομιάς βεβαρημένης με χρέη πρέπει να γίνει από τους γονείς για τα ανήλικα τέκνα τους σύννομα και εμπρόθεσμα, ώστε να μην επωμιστούν αυτά άδικα τις δυσβάσταχτες υποχρεώσεις της κληρονομιάς, που δεν δημιουργήθηκαν από υπαιτιότητά τους. Η αποποίηση κληρονομιάς συντελείται με ειδική άδεια προς τούτο με την έκδοση δικαστικής απόφασης. Η αίτηση για την έκδοση της απόφασης κατατίθεται από τους γονείς του ανηλίκου στη γραμματεία του κατά τόπο αρμόδιου Ειρηνοδικείου, που είναι το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ο ανήλικος, το οποίο συνεδριάζει με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

Προθεσμία αποποίησης κληρονομιάς όταν πρόκειται για ανήλικο

Η αποποίηση της κληρονομιάς για τους ανηλίκους, μπορεί και πρέπει να γίνει μέσα σε αποκλειστική προθεσμία που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 1847 του ΑΚ, η οποία ορίζει ότι η προθεσμία αυτή κατά κανόνα είναι τετράμηνη, με εξαίρεση δύο περιπτώσεις, στις οποίες η προθεσμία είναι ενός έτους και ειδικότερα α) αν ο κληρονομούμενος είχε την τελευταία κατοικία του στο εξωτερικό ή β)  αν ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή (δηλαδή έμαθε ότι έγινε κληρονόμος) όταν διέμενε στο εξωτερικό.
 
Έναρξη προθεσμίας αποποίησης κληρονομιάς

Σύμφωνα με τη διάταξη της §1 του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα, η προθεσμία αποποίησης κληρονομιάς αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή και το λόγο της, ενώ σε επαγωγή από διαθήκη (αν δηλαδή ο κληρονόμος κληρονομεί δυνάμει διαθήκης) η προθεσμία αρχίζει μετά τη δημοσίευση της διαθήκης. Εάν η κληρονομιά επάγεται σε πρόσωπο ανίκανο για δικαιοπραξία, η γνώση της επαγωγής και του λόγου της ελέγχεται στο πρόσωπο του νομίμου αντιπροσώπου. Ειδικότερα, σε περίπτωση ανηλίκου που τελεί υπό γονική μέριμνα το στοιχείο της γνώσης, προκειμένου να αρχίσει να τρέχει η αποκλειστική προθεσμία της αποποίησης, κρίνεται στο πρόσωπο των γονέων του. Δηλαδή, η τετράμηνη προθεσμία ξεκινά από τότε που οι γονείς του ανήλικου έμαθαν ότι το τέκνο τους κατέστη κληρονόμος.
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ.44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων με αστικές και εμπορικές υποθέσεις, περιέχει κανόνες που διέπουν την εκτέλεση σε άλλο κράτος μέλος. Ο κανονισμός αυτός, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαρτίου 2002, απλοποιεί τη διαδικασία περιαφής του εκτελεστήριου τίτλου σε αλλοδαπή απόφαση σε σύγκριση με τη Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968, την οποία αντικαθιστά. Οι διατάξεις του κανονισμού είναι άμεσα εφαρμοστέες, πράγμα που σημαίνει ότι οποιοσδήποτε μπορεί να τις επικαλεστεί ενώπιον δικαστηρίου. Δεν είναι εφαρμοστέες στη Δανία, όπου συνεχίζει να ισχύει η Σύμβαση των Βρυξελλών.
 
Ο κανονισμός τάσσει τους εξής κανόνες :
  • Αποφάσεις που εκδόθηκαν και είναι εκτελεστές σε κράτος μέλος εκτελούνται σε άλλο κράτος μέλος, αφού κηρυχθούν εκεί εκτελεστές (ή στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, αφού εγγραφούν προς εκτέλεση)με αίτηση κάθε ενδιαφερομένου.
  • Η αίτηση υποβάλλεται στο αρμόδιοδικαστήριο. Η κατά τόπον αρμοδιότητα καθορίζεται από την κατοικία του προσώπου κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση ή από τον τόπο εκτέλεσης.
  • Η απόφαση κηρύσσεται εκτελεστή ευθύς ως ολοκληρωθούνορισμένες διατυπώσεις. Η σχετική απόφαση επιδίδεται ή κοινοποιείται στον καθού, ο οποίος μπορεί μόνον να την προσβάλει με ένδικο μέσο.
  • Αλλοδαπή απόφασηδεν αναγνωρίζεται μόνον αν η αναγνώριση αντίκειται στη δημόσια τάξη ή είναι ασυμβίβαστη με προηγούμενη απόφαση, ή αν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης δεν έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί εγκαίρως ή εάν ο αντίδικος ερημοδικήσει.
 
Σύμφωνα με το άρθρο 904 ΚΠολΔ εκτελεστός τίτλος είναι και η απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, που κηρύχθηκε εκτελεστή. Η αλλοδαπή απόφαση δεν αναπτύσσει εκτελεστότητα στην Ελλάδα, αν προηγουμένως δεν λάβει το χρίσμα της εκτελεστότητας από τα ελληνικά δικαστήρια.

Αρμόδιο δικαστήριο, κατ άρθρο 905 ΚΠολΔ, είναι το μονομελές πρωτοδικείο της περιφέρειας όπου βρίσκεται η κατοικία του οφειλέτη. Αν δεν έχει κατοικία η διαμονή του οφειλέτη. Αν δεν έχει ούτε διαμονή το μονομελές  πρωτοδικείο της πρωτεύουσας της χώρας. Το δικαστήριο δικάζει με την διαδικασία των άρθρων 740 έως 781 ΚΠολΔ.

Pin It on Pinterest

Pin It on Pinterest